Περί αλαζονείας

  • Τίποτα δεν είναι τόσο ξένο στην Χριστιανική ψυχή, όσο η αλαζονεία (το να έχεις υπερβολική εμπιστοσύνη στις ικανότητές του και να θεωρείς τον εαυτόν σου ανώτερο από τους άλλου). Η αλαζονεία είναι η κορυφή των κακών και η ρίζα και η πηγή όλων των ελαττωμάτων. Είναι καλύτερα να είναι κανείς μωρός παρά αλαζόνας. (Ιερός Χρυσόστομος)
  • Από την αλαζονεία γεννιέται η υπεροψία των φτωχών, η επιθυμία για τα χρήματα, η αγάπη για εξουσία, ο πόθος για δόξα. Αυτού του είδους ο άνθρωπος είναι έτοιμος να αποκρούσει κάθε ενόχληση. Γιατί ο αλαζόνας δεν ανέχεται να τον προσβάλλουν, ούτε οι ισχυρότεροι, ούτε οι ασθενέστεροι. Και αυτός που δεν ανέχεται να τον προσβάλλουν, ούτε τα δεινοπαθήματα ανέχεται. (Ιερός Χρυσόστομος)
  • Πρόσεχε πόσες καλές πράξεις έκανε ο Φαρισαίος, αλλά τίποτα δεν τον ωφέλησε, γιατί δεν έκοψε την ρίζα της αλαζονείας και αυτή κατέστρεψε τα πάντα. Από την αλαζονεία γεννιέται η υπεροψία κατά των φτωχών, η επιθυμία για χρήματα, η αγάπη για εξουσία και ο πόθος για δόξα. (Ιερός Χρυσόστομος)
  • Η αλαζονεία, όχι μόνο δεν προσθέτει κανένα κατόρθωμα στη ζωή μας, αλλά και εξαφανίζει και τα όσα έχουμε. (Ιερός Χρυσόστομος)
  • Η υπερηφάνεια σε οδηγεί στην αλαζονεία. Τίποτα δεν οδηγεί τον άνθρωπο τόσο στην αλαζονεία, όσο η εξουσία και τα αξιώματα. (Ιερός Χρυσόστομος)
  • Ο αλαζόνας είναι ο ευτελέστερος όλων. Βεβαίως η φούσκα έχει όγκο, αλλά ο όγκος αυτός δεν είναι πραγματικός. Για τούτο και τους ανθρώπους αυτούς τους ονομάζουμε φουσκωμένους. (Ιερός Χρυσόστομος)
  • Η κάθε λογής ασέλγεια, είναι βέβαια θανάσιμο αμάρτημα, έχει όμως ως αιτία την επιθυμία. Στην αλαζονεία απεναντίας, δεν μπορείς να βρεις κάποιαν αιτία ή πρόφαση, που να την δικαιολογεί έστω και ελάχιστα. Η αλαζονεία δεν είναι τίποτα άλλο, παρά διαστρέβλωση της ψυχής και αρρώστια βαριά, που γεννιέται από την ανοησία. Ναι, ο πιο ανόητος άνθρωπος στον κόσμο, είναι ο αλαζονικός... (Ιερός Χρυσόστομος)
  • Και αν ακόμα άπειρα χρήματα προσφέρεις με αλαζονεία, έχασες τα πάντα! Έκανες κάτι ταπεινά; Μην υπερηφανευθείς, γιατί έχασες τα πάντα! (Ιερός Χρυσόστομος)
  • Δώσε μου έναν θρασύ και έναν αλαζόνα άνθρωπο και θα τον δεις να γίνεται πιο δειλός και από τον λαγό, στην παραμικρή δυσκολία. (Ιερός Χρυσόστομος)
  • Γιατί έχεις μεγάλη ιδέα άνθρωπε για τον εαυτόν σου, αφού είσαι συγγενής της γης, ομοούσιος της στάχτης; Σήμερα είσαι πλούσιος, αύριο φτωχός. Σήμερα υγιής, αύριο λυπημένος. Σήμερα σε δόξα, αύριο σε ατιμία. Σήμερα νέος, αύριο γέρος. Μήπως στέκεται από τα ανθρώπινα τίποτε σταθερό και μόνιμο; Γιατί λοιπόν υπερηφανεύεσαι άνθρωπε, που είσαι καπνός και ματαιότητα; (Ιερός Χρυσόστομος)
  • Η αλαζονεία είναι το φοβερότερο των ανθρωπίνων παθών και πράγματι περιβάλλει με το κρίμα του διαβόλου όσους καταλάβει. (Μέγας Βασίλειος)
  • Η αλαζονεία είναι σαν τα ξυλοπόδαρα. Ψηλώνουν τον άνθρωπο, αλλά δεν τον μεγαλώνουν. (Μέγας Βασίλειος)
  • Ο αλαζόνας, ενώ είναι φτωχός, θέλει να φαίνεται πλούσιος. Ενώ βρίσκεται σε ανάγκη, επιδεικνύει τάχα αφθονία. Ενώ στερείται τα απολύτως αναγκαία, παρουσιάζεται δήθεν καλότυχος. Θυσιάζει τα προς συντήρηση, για να εξαγοράσει τα προς επίδειξη. Αναζητά τον έπαινο, επιδιώκει τιμές, αρνείται το γένος του, λαβαίνει ψεύτικο επώνυμο, για να συστήνεται, ότι τάχα κατάγεται από ευγενική γενιά, κορδώνεται για κάθε καλή του πράξη και λέει μεγάλα λόγια για την ευτυχία του. Καυχιέται για τα πλούτη του και φουσκώνει για την ευγένειά του. Είναι υπερήφανος για τα κάλλη του και μεγαλοφρονεί για τα χαρίσματά του... (Άγιος Νεκτάριος)
  • Όποιος είναι αλαζονικός και εξαπατάται από τη μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του, δε θα αποκτήσει ποτέ τη χάρη της ταπεινώσεως μέσα στο φως της κατανύξεως, με την οποία χορηγείται φως σοφίας Θεού σ' εκείνους που έχουν συντριβή στην καρδιά, σύμφωνα με το λόγο της Γραφής: «Μέσα στο δικό Σου φως θα δούμε φως». Αντίθετα, θα τον σκεπάσει η νύχτα των παθών όπου περιφέρονται όλα τα θηρία του δάσους της ανθρώπινης φύσεως και τα λιονταρόπουλα της οιήσεως, δηλαδή οι δαίμονες της κενοδοξίας και της πορνείας, που ουρλιάζουν και ζητούν ποιόν να καταπιούν και να τον ρίξουν στην κοιλιά της απογνώσεως. (Άγιος Νικήτας ο Στηθάτος)
  • Σκέψου ότι ο Θεός σου και Βασιλιάς, αλλά και Υιός του Θεού, κένωσε τον εαυτό Του παίρνοντας μορφή δούλου, ότι έγινε φτωχός και συγκαταριθμήθηκε μεταξύ των ατίμων και Σταυρώθηκε. Αν έτσι έγινε με το Θεό, εσύ ο άνθρωπος που αποτελείσαι από σάρκα και αίμα, που είσαι χώμα και στάχτη και που - αλοίμονο - δεν έχεις τίποτε το αγαθό, αλλά είσαι τελείως ακάθαρτος, πώς έχεις μεγάλη ιδέα και αλαζονεύεσαι; (Άγιος Μακάριος ο Αιγύπτιος)
  • Ο αλαζόνας δεν αισθάνεται την ανάγκη της τελειοποιητικής Χάριτος του Θεού και γι' αυτό είναι άνυδρος και ξηρός, αφού του λείπει η ζωτική θερμότης και η ζωογόνος υγρασία. Σ' αυτόν, όπως και στο απογυμνωμένο δένδρο, φτιάχνει την φωλιά του ο νυκτοκόρακας διάβολος. (Άγιος Ανδρέας Κρήτης)
  • Τα άδεια ασκιά τα φουσκώνει ο αέρας, και τους ανόητους ανθρώπους η αλαζονεία. (Σωκράτης)
  • Αλαζονεία είναι η συνήθεια που προσποιείται, ότι κατέχει ανύπαρκτα αγαθά. (Πλάτων)
  • Δεν πρέπει κάποιος, ενώ είναι θνητός να μεγαλοφρονεί, γιατί η αλαζονεία όταν ανθίζει, βγάζει στάχυ συμφοράς και το θέρισμα είναι γεμάτο δάκρυα. (Αισχύλος)
  • Η αλαζονεία είναι της ασέβειας γέννημα. (Αισχύλος)
  • Το να μιλάει κανείς διαρκώς για τον ίδιο τον εαυτό του και να δίνει υποσχέσεις και τα ξένα να τα παρουσιάζει για δικά του, είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα της αλαζονείας. (Αριστοτέλης)
  • Αλαζονεία είναι, το να θέλουμε να φαινόμαστε κάτι, ενώ υπερηφάνεια είναι, το να θέλουμε να είμαστε κάτι.
  • Η διαφορά ανάμεσα στην αλαζονεία και την ματαιοδοξία, είναι πως η αλαζονεία είναι μια πλήρης πεποίθηση, για την ανωτερότητά μας στο καθετί, ενώ η ματαιοδοξία είναι η επιθυμία, να διεγείρουμε στους άλλους αυτήν την πεποίθηση, με την κρυφή ελπίδα να πειστούμε και εμείς στο τέλος.
  • Ανάξιος βρακί έβαλε, σε κάθε πόρτα το 'δειχνε.
  • Τα άδεια βαρέλια περισσότερο βροντούν.
  • Αφού παινιέται σαν λιοντάρι, γιατί γαβγίζει σαν σκυλί; (Αραβική παροιμία)
  • Όποιος δεν φουσκώνει, δεν έχει φόβο να σκάσει. (Ουγγρικήπαροιμία)
  • Η αλαζονεία προγευματίζει με την αφθονία, γευματίζει με τη φτώχεια και δειπνεί με την ντροπή και την περιφρόνηση. (Γαλλική παροιμία)